φωνήματος

φωνήματος
φώνημα
sound made
neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αποβολή — Η απόρριψη, η απώλεια, το χάσιμο· η άμβλωση, ο πρόωρος τοκετός. Α. λέγεται επίσης η απαγόρευση φοίτησης μαθητή σε σχολείο και ενέχει τον χαρακτήρα πειθαρχικής τιμωρίας. Η α. αυτή μπορεί να είναι προσωρινή ή οριστική. Α. επιβάλλεται και από τις… …   Dictionary of Greek

  • διάρκεια — η (AM διάρκεια) διάστημα χρόνου συνεχές και αδιάκοπο νεοελλ. 1. αντοχή, στερεότητα 2. γραμμ. α) παράταση ή συχνή επανάληψη ρηματικής ενέργειας β) ο χρόνος που απαιτείται για την εκφώνηση φωνήματος ή ομάδας φωνημάτων (για φωνήεντα ή συλλαβές… …   Dictionary of Greek

  • επένθεση — η (AM ἐπένθεσις) [επεντίθημι] 1. παρεμβολή ανάμεσα 2. η ανάπτυξη μέσα σε λέξη ή ομάδα φωνημάτων ενός φωνήματος (που δεν έχει ετυμολογική προέλευση) νεοελλ. η μετατόπιση τού j πριν από τον έρρινο, υγρό ή συριστικό φθόγγο που προηγείται και ο… …   Dictionary of Greek

  • πτελέα — Όνομα 7 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 425 μ.) του νομού Δράμας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (28 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και ένας άλλος μικρότερος οικισμός ο Καβαλάρης. 2. Oρεινός οικισμός (υψόμ. 520 μ.), στην πρώην επαρχία… …   Dictionary of Greek

  • πόλεμος — Ένοπλος αγώνας στον οποίο καταφεύγουν τα κράτη για να υπερασπίσουν τα δικαιώματα ή τα συμφέροντά τους, όταν τα ειρηνικά μέσα έχουν αποδειχτεί ανώφελα. Παρόμοια σύγκρουση μπορεί να γίνει και μεταξύ αντίθετων μερίδων του ίδιου λαού και τότε… …   Dictionary of Greek

  • πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”